Στον κυπριακό αθλητισμό παρατηρούνται φαινόμενα και καταστάσεις που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το «ευ αγωνίζεσθαι» ή το «τίμιο παιχνίδι». Το χειρότερο είναι πως η διαπίστωση αφορά στο ευρύτερο φάσμα του αθλητισμού και εκφράζεται συχνά πυκνά είτε μέσα από τα τεκταινόμενα σε αγώνες είτε με αποφάσεις που λαμβάνονται από τις Ομοσπονδίες και τα όργανά τους.
Κοινό σημείο αναφοράς είναι ότι πολλές ενέργειες δεν αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του αθλητισμού αυτού καθαυτού, αλλά αλλότριων συμφερόντων και μάλιστα απροκάλυπτα. Το φαινόμενο έχει εξήγηση και μάλιστα απόλυτα λογική. Διότι στην Κύπρο έννοιες όπως Ομοσπονδίες, σωματεία, σύλλογοι, οργανισμοί και όλα τα σχετικά έχουν παρεξηγηθεί σε επικίνδυνο βαθμό.
Δεν είναι, δηλαδή, σώματα που λειτουργούν προς όφελος του αθλητισμού, επειδή μετρατράπηκαν σε «τσιφλίκια» επιτήδειων, οι οποίοι το παίζουν αθλητοπατέρες. Το γεγονός ότι οι ίδιοι άνθρωποι κρατούν «κοτσιάνι» για τις καρέκλες σε καίρια πόστα για δεκαετίες τούς επιτρέπει να δημιουργούν κατεστημένα σε επικίνδυνο βαθμό, αφού ελέγχουν τους σχετικούς μηχανισμούς με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Συν τοις άλλοις κατάφεραν να περιορίσουν κάθε λογής αντίδραση, δρουν με τη λογική του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» και πολλές φορές καταργούν όχι μόνο τους κανονισμούς του αθλήματος αλλά και την ίδια τη λογική. Στις δε περιορισμένες απόπειρες αντίδρασης εκείνοι που το τολμούν όχι μόνο δεν βρίσκουν το δίκαιό τους, αλλά αντιμετωπίζονται ως «κατηγορούμενοι». Δέχονται, δηλαδή, ανελέητο πόλεμο -ανοικτό ή αθέατο- με ποικίλους τρόπους που επηρεάζουν αγωνιστικά και άλλως πως την ομάδα τους. Το συγκεκριμένο μήνυμα έχει εμπεδωθεί σε σημείο που οι πλείστοι απλώς σκάζουν και συμπορεύονται με το κατεστημένο…
Γιώργος Χατζηαντώνης