Είμαστε προ του τέλους μιας κακής σεζόν για την Ομόνοια. Aποτυχία στο πρωτάθλημα (από σπόντα Ευρωπαία), αποτυχία στο Κύπελλο, μερική αποτυχία στις μετεγγραφές Ιουνίου («τρύπες» στο κέντρο, φιάσκο Ομέρ Ατζίλι), αποτυχία τον Ιανουάριο, (ήλθε ο Μίκαελ Ινγκεμπρίτσεν, που έπαιξε 4′), αποτυχία και στην ανάδειξη κάποιου παίκτη που θα ακολουθήσει τα χνάρια του Λοΐζου Λοΐζου, του Ανδρόνικου Κακουλλή, του Μαρίνου Τζιωνή του Χάμπου Χαραλάμπους, του Παναγιωτου, (ξεπρόβαλε δειλά –δεν αναδείχτηκε όμως ακόμη- ο Άγγελος Νεοφύτου και είναι παρήγορο).
Τα περί αστάθειας στην απόδοση και σκαμπανεβασμάτων, πόρρω απέχουν από την (ποδοσφαιρική) πραγματικότητα. Η Ομόνοια στο πρωτάθλημα έκανε ένα ματς πραγματικά καλό (αυτό στο ΓΣΠ με την Πάφος FC στο ΓΣΠ στα πλέι οφ, όπου κέρδισε με 3-0) και κάποια ματς στη Ευρώπη. Όλα μαζί μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Ποια ήταν τα άλλα καλά ματς για να γίνεται αναφορά σε αστάθεια; Γιατί αστάθεια στην Ελληνική γλώσσα σημαίνει ένα ματς καλό και ένα κακό. Άντε δυο καλά και ένα κακό.
Θυμίζουμε ότι οι ετοιμασίες για τη σεζόν αυτήν είχαν αρχίσει από πολύ νωρίς. Οι ανακοινώσεις πρόσληψης των Γιάννη Αναστασίου και Βάλντας Νταμπράουσκας δημοσιεύτηκαν το Φεβρουάριο του 2024 (21 του μήνα ο πρώτος, 29 ο δεύτερος).
Τα «όργανα» για τον σχεδιασμό της νέας σεζόν έχουν ήδη αρχίσει να βαράνε. Ήδη κυκλοφορεί η είδηση ότι η Ομόνοια μελετά short list προπονητών.
Η εσωστρέφεια, η παραφιλολογία αρχίζουν να εμφανίζονται σιγά σιγά και όσο περνά ο χρόνος η κατάσταση θα γίνεται πολύ πιο έντονη. Ηρεμία για την επόμενη μέρα δεν θα υπάρξει.
Επόμενη μέρα ε; Ιδού το θέμα. Όχι ακριβώς η επόμενη μέρα αλλά η αμφιβολία της επόμενης μέρας. Για να μην πούμε η δυσπιστία της επόμενης μέρας.
Η Ομόνοια χρειάζεται «φρέσκο αίμα» και γρήγορες ποιοτικές κινήσεις, για να γίνει ομάδα πρωταθλητισμού. Γιατί τώρα δεν είναι.
Το «τριφύλλι» οφείλει να δείξει συνολικά πως βαδίζει στα σίγουρα προς αυτήν την κατεύθυνση. Θα το κάνει όμως; Ο κόσμος με όλα όσα έχει δει τα τελευταία χρόνια κάνει αρνητικές σκέψεις περί τούτου. Και κλίνει προς το συμπέρασμα ότι …τίποτα δεν θα αλλάξει.
Γιατί τα πεπραγμένα των τελευταίων χρόνων (τεκμηριωμένα) μαρτυρούν ότι ο πρόεδρος και οι άνθρωποι που επιλέγει να εμπλέκονται στο θέμα ενίσχυσης έχουν το δικό τους σκεφτικό και τον δικό τους τρόπο να ενεργούν στις μετεγγραφές. Ίσως και να θεωρούν ότι δεν έχουν τίποτε να διορθώσουν. Λέμε …ίσως.
Από τότε που αποχώρησε ο Χένινγκ Μπεργκ η ομάδα απώλεσε την ικανότητα να διεκδικεί το πρωτάθλημα σε σταθερή βάση. Ας το προχωρήσουμε και ας το κάνουμε αυτό το σημείο πιο λεπτομερές. Από τότε που χάθηκε η χημεία μεταξύ Χένινγκ Μπεργκ και Νεόφυτου Λάρκου η αποτελεσματικότητα της Ομόνοιας στο τομέα της ενίσχυσης μειώθηκε κατά πολύ. Για να θυμηθούμε ημερομηνίες, ο Νορβηγός έφυγε το Φεβρουάριο του ’22 και ο Λάρκου το Νοέμβριο του ’21. Μέχρι το Νοέμβριο του ’21 η λίγο προηγουμένως τέλος πάντως, η λειτουργία του σχεδιασμού κρινόταν ως θετική.
Η συνέχεια ήταν καταθλιπτική. Αυτοί που στελέχωσαν μετά, καίρια πόστα στο μεταγραφικό επιτελείο (Σίμος Ταραπουλούζης, Γέσπερ Γιάνσον και Γιάννης Αναστασίου) δεν έφεραν σε αίσιο πέρας την αποστολή τους. Για να μην αφήσουμε κάποιον πίσω, ας θυμηθούμε και τον Ανχελ Γκόμες που ήταν ο πρώτος που απέτυχε να φτιάξει ομάδα πρωταθλητισμού επί εποχής Παπασταύρου.
Με όλα αυτά τα παραδείγματα, εκείνο που προστάζει η λογική είναι το εξής: Ο πρόεδρος να ψάξει και να εντοπίσει το γιατί, οι επιλογές είναι σταθερά (εκ του αποτελέσματος) μη επιθυμητές, ή αν θέλετε μη συμβατές με τους στόχους μιας μεγάλης ομάδας που χάρις στον ίδιο τον Σταύρο Παπασταύρου σφύζει από οικονομική υγεία….
Tο καράβι του πράσινου σχεδιασμού αρμενίζει. Αν αρμενίζει στραβά ή προς τη σωστή κατεύθυνση, η απάντηση είναι απλή. Ο γιαλός δεν είναι ποτέ στραβός.
Π.Π.