Η αλήθεια είναι ότι σπάνια βρίσκουμε ξένους παίκτες οι οποίοι να έχουν περάσει 10 χρόνια της καριέρας τους στην ίδια ομάδα. Ο Μάικ Μπατίστ αποτέλεσε την… τρανταχτή εξαίρεση στον κανόνα! Φυσικά ούτε και ο ίδιος ο Αμερικανός μπορούσε να φανταστεί το καλοκαίρι του 2003, όταν και πρωτοπάτησε το πόδι του στην Ελλάδα, ότι ο Παναθηναϊκός και η Αθήνα θα γίνονταν το… δεύτερο σπίτι του.
Κι όμως. Ο Μάικ Μπατίστ αποκτήθηκε από τους «πράσινους» σε ηλικία 26 ετών και αποχώρησε λίγο πριν από το κατώφλι των 40 χρόνων του, με εξαίρεση μία σεζόν (2012-13) στην Τουρκία για λογαριασμό της Φενέρμπαχτσε. Αν μη τι άλλο, μια… ολόκληρη μπασκετική ζωή. Και όχι μόνο. Όπου σταθεί και όπου βρεθεί, πάντα θα μιλήσει για τα ένδοξα χρόνια του στον Παναθηναϊκό. Άλλωστε λίγοι παίκτες διαθέτουν τόσο «γεμάτο» βιογραφικό με μια ομάδα, έχοντας κατακτήσεις τρεις EuroLeague, εννιά πρωταθλήματα Ελλάδας και άλλα επτά κύπελλα.
«Όταν περνάς 10 χρόνια της ζωής σου σε μια χώρα, θα έχεις πολλά συναισθήματα και αγάπη, όχι μόνο για τους φίλους του Παναθηναϊκού, αλλά και για όλους τους ανθρώπους στην Ελλάδα. Με υποδεχτήκατε με ανοικτές τις αγκάλες και με την αγάπη που δέχτηκα, ήταν δίκαιο εκ μέρους μου να την ανταποδώσω με τον τρόπο που έπαιξα και με τον χαρακτήρα που έδειξα…» λέει μεταξύ άλλων ο Μπατίστ στο Gazzeta.gr, ο οποίος ήταν και ιδιαίτερα αποκαλυπτικός όσον αφορά τις συζητήσεις που έκανε με τον Δημήτρη Διαμαντίδη προκειμένου να βρεθεί στην άκρη του «πράσινου» πάγκου.
Όπως είναι γνωστό ο… αγαπημένος «μπουλντόζας» των φίλων του Παναθηναϊκού, αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο προπονητικό επιτελείο των Ορλάντο Μάτζικ στο ΝΒΑ και ήταν εκ των πραγμάτων δύσκολο να προχωρήσει μια τέτοια κίνηση. Παρόλα αυτά είπε ότι θα ήθελε στο μέλλον να του δοθεί ευκαιρία ως πρώτος προπονητής του «τριφυλλιού» εξηγώντας πώς «θα είναι υπέροχο να δουλέψω με δύο συμπαίκτες μου, με τους οποίους κερδίσαμε τόσα πολλά ματς μαζί, τόσους πολλούς τίτλους μαζί. Θα είναι υπέροχο να δουλέψω με μπασκετικά μυαλά. Θα δούμε τι θα γίνει. Ποτέ δεν λέω ποτέ και ποτέ δεν πρόκειται να κλείσω την πόρτα!» ενώ στάθηκε και στην προπονητική φιλοσοφία του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, χάρη στην οποία «μπορώ και επιβιώνω στο ΝΒΑ».
«Θα με βοηθήσουν όλα όσα έμαθα με τον Ομπράντοβιτς»
-Νέες παραστάσεις για σένα ως προπονητής πλέον…
«Κάθε μέρα είναι συναρπαστική για μένα. Να είμαι κοντά στο μπάσκετ και να διασκεδάζω»
-Τελείως διαφορετική η εμπειρία Μάικ;
«Ναι, είναι μια διαφορετική εμπειρία. Ως παίκτης νιώθεις ότι έχεις τον έλεγχο του αγώνα και το πώς θα κυλήσει, αλλά τώρα δεν τον έχεις όπως όταν είσαι παίκτης. Ως προπονητής είναι διαφορετικό αλλά προσπαθώ να εφαρμόσω τη γνώση που έχω πάρει όλα αυτά τα χρόνια που έπαιζα στην Ευρώπη και να βοηθήσω τα παιδιά όσο μπορώ περισσότερο σε καθημερινή βάση. Έτσι νιώθω και εγώ ότι γίνομαι καλύτερος κάθε μέρα. Με το σταφ που έχουμε, δουλεύουμε με τον Στιβ Κλίφορντ και το τεχνικό επιτελείο του εδώ και τέσσερα χρόνια, τόσο στη Σάρλοτ όσο και στο Ορλάντο. Πρώτα απ’ όλα ο Στιβ Κλίφορντ είναι ένας δάσκαλος. Με τους παίκτες του και το προπονητικό του σταφ. Όταν είσαι στην Ευρώπη και έρχεσαι εδώ και είσαι μ’ έναν γνώστη του αθλήματος όπως είναι και ο Ομπράντοβιτς, αμέσως το μυαλό σου δουλεύει και μαθαίνει κάθε μέρα. Είμαι στο καλύτερο μέρος που θα μπορούσα αυτή τη στιγμή…»
-Θα ήθελες να πάρεις την νοοτροπία του Ομπράντοβιτς και να γίνει ο Αμερικανός Ζέλικο;
«Θέλω μόνο να είμαι ο εαυτός μου. Το να προσπαθήσω να βαδίσω στα χνάρια του Ομπράντοβιτς, σε οποιοδήποτε επίπεδο, θα είναι πολύ δύσκολο έργο. Αν δεις τη διάρκεια που είχε, δεν πιστεύουν ότι υπάρχουν πολλοί προπονητές που έστω να την αγγίζουν. Μόνο ο Φιλ Τζάκσον, πιθανόν ο Πατ Ράιλι και κάποιοι άλλοι όπως ο Γκρεγκ Πόποβιτς. Οτιδήποτε και αν κατάφεραν το έκαναν μόνοι τους. Και το να προσπαθήσεις να γίνεις σαν και αυτούς θα είναι πάρα, πάρα πολύ δύσκολο. Όμως θα ακολουθήσω τα πράγματα που έμαθα από εκείνον. Και θα είναι πράγματα τα οποία θα με βοηθήσουν να επιβιώσω εδώ. Αν δεις τα παιχνίδια του ΝΒΑ, υπάρχει πλέον πολύ pick n roll, αποστάσεις και πράγματα τα οποία έκανα στον Παναθηναϊκό. Ίσως να ήταν και αυτός ο λόγος που με προσέλαβαν. Φαίνονται και τα αποτελέσματα μέσω του Νίκολα Βούτσεβιτς, δύο φορές All Star παίκτης πλέον. Από τότε που ήρθαμε στο σταφ, συνέχεια εξελίσσουμε παίκτες με τον σωστό τρόπο. Βέβαια φέτος είχαμε πολλούς τραυματισμούς με αποτέλεσμα να βρεθούμε σε δύσκολη θέση. Ακόμα και αν χάνουμε παιχνίδια, ξυπνάμε το πρωί με αυτή τη φλόγα να μας καίει μέσα μας ώστε να γίνουμε καλύτεροι προπονητές και επίσης να βοηθάμε κάθε μέρα τους παίκτες. Και όσο το κάνουμε θεωρώ ότι οδεύουμε στην σωστή κατεύθυνση».
– Είχες πρόταση από τον Παναθηναϊκό να αναλάβεις την ομάδα ως πρώτος προπονητής;
«Δεν θα το έλεγα ακριβώς πρόταση. Όμως όταν είχαν αποφασίσει να κάνουν αλλαγή προπονητή, εμφανίστηκε το όνομά μου. Πράγματι είχα μιλήσει με τον Διαμαντίδη, αλλά και οι δύο καταλαβαίναμε την κατάστασή μου εδώ καθώς έχω συμβόλαιο για έναν ακόμη χρόνο. Όμως όταν λήξει το συμβόλαιό μου και δεν ανανεώσω και ταυτόχρονα είναι η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να κάνω, δεν πρόκειται να την αγνοήσω. Το να έχω την ευκαιρία να δουλέψω με δύο συμπαίκτες με τους οποίους κερδίσαμε τόσα πολλά ματς μαζί, τόσους πολλούς τίτλους μαζί. Θα είναι υπέροχο να δουλέψω με μπασκετικά μυαλά. Θεωρώ ότι όλοι έχουμε υψηλό επίπεδο IQ, καλό μάτι στο να βλέπουμε το ταλέντο, οπότε θα δούμε τι θα γίνει. Ποτέ δεν λέω ποτέ και ποτέ δεν πρόκειται να κλείσω την πόρτα! Το να είσαι πρώτος προπονητής σε επαγγελματικό επίπεδο είναι τιμή. Και ελπίζω μια μέρα να πάρω την ευκαιρία μου. Και όταν την πάρω ελπίζω να είμαι 100% έτοιμος. Και αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση από την πρώτη μέρα που αποσύρθηκα από την ενεργό δράση. Να βρεθώ στην προπονητική. Δεν θέλω να λένε ‘ε, αυτός προπονεί μόνο τους ψηλούς’. Κοουτσάρω όλους τους παίκτες. Εχω φιλοσοφία, έχω κανόνες, έχω αρχές, τόσο στην άμυνα όσο και στην επίθεση όπου υπάρχουν plays που θέλω να εφαρμόσω και δω αν μπορούν να λειτουργήσουν. Όμως δεν είναι ακόμα η ώρα μου. Θα συνεχίσω το έργο μου και στα όσα κάνω τώρα. Και όταν έρθει η ώρα να γίνω πρώτος προπονητής ελπίζω να είμαι πανέτοιμος. Ήταν δύσκολη αποστολή, διαφορετική πίεση και διαφορετική πρόκληση. Θέλω να είμαι έτοιμος να οδηγήσω μια ομάδα στην σωστή κατεύθυνση και να τους μεταδώσω τη πλούσια ιστορία και γνώση που έχω από το μπάσκετμπολ».
«Διαμαντίδης και Αλβέρτης γνωρίζουν όσο κανείς άλλος τι χρειάζεται να επιστρέψει ο Παναθηναϊκός στην κορυφή»
–Ο Φραγκίσκος Αλβέρτης και ο Δημήτρης Διαμαντίδης είναι τώρα εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις. Σου φαίνεται περίεργο να βλέπεις τους πρώην συμπαίκτες σου να είναι κατά κάποιον τρόπο τα «αφεντικά» του Παναθηναϊκού;
«Δεν θα έλεγα ότι είναι περίεργο. Κοιτάζοντας την ιστορία του μπάσκετμπολ, υπάρχουν πολλοί παίκτες που έχουν παίξει επαγγελματικά σε υψηλό επίπεδο και επιστρέφουν είτε ως προπονητές, είτε ως σκάουτερ, είτε να βρίσκονται στη διοίκηση των ομάδων και να παίρνουν αποφάσεις για να φέρουν παίκτες ή να διώξουν παίκτες. Είναι σαν περιστρεφόμενη πόρτα το μπάσκετμπολ. Οπότε δεν με εκπλήσσει καθόλου. Και αν υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι να μπορούν να επαναφέρουν τον Παναθηναϊκό σε στιγμές δόξας, είναι δύο άνθρωποι οι οποίοι το έχουν κάνει ως παίκτες. Γνωρίζουν τι ακριβώς χρειάζεται ώστε να επιστρέψουν όλες οι αξίες που έφερναν τις νίκες στον Παναθηναϊκό. Ελπίζω φέτος να πάρουν το ελληνικό πρωτάθλημα και την επόμενη σεζόν να γίνει καλύτερο scouting, να φέρουν καλύτερους παίκτες, να έχουν καλύτερο project απ’ ότι φέτος και κάθε χρόνο θα γίνονται καλύτεροι και να κερδίζουν περισσότερους τίτλους. Ελπίζω να επιστρέψουν στο Final 4 και να κατακτήσουν και πάλι ευρωπαϊκούς τίτλους».
-Αυτό σημαίνει ότι παρά το «βαρύ» πρόγραμμα που έχεις στο ΝΒΑ, παρακολουθείς EuroLeague και Παναθηναϊκό…
«Δεν θα έλεγα ότι γνωρίζω επ’ ακριβώς τι γίνεται, αλλά ναι. Παρακολουθώ. Προσπαθώ να βλέπω όσα περισσότερα ματς μπορώ. Είδα το παιχνίδι με την Μπαρτσελόνα για παράδειγμα, όπου είχαν τον Καλάθη και τον Γιασικεβίτσιους στην άλλη πλευρά οι οποίοι ωστόσο αγαπάνε ακόμα την ομάδα που έπαιξαν. Από τότε που αποσύρθηκα φυσικά και έχω κρατήσει επαφή. Τα τρία πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα γιατί ήθελα να αποσυνδέσω τον εαυτό μου από τον Παναθηναϊκό. Δεν είμαι παίκτης πια. Δεν πηγαίνω πάνω-κάτω στο παρκέ πια. Δεν κάνω βουτιές για να πιάσω τη μπάλα. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα να βλέπω τα παιχνίδια στην αρχή. Όμως ένιωσα άνετα με τον εαυτό μου όταν επέστρεψα στο σπίτι μου στην Αμερική και ύστερα από κάποιο διάστημα έκανα συνδρομή στην EuroLeague. Οπότε τώρα, ναι. Κρατάω επαφή και πάντα θα υποστηρίζω τον Παναθηναϊκό, χωρίς να με ενδιαφέρει πόσα παιχνίδια θα χάσει, ποιο θα είναι το ρεκόρ του και πόσους τίτλους θα κατακτήσει. Θα έχει για πάντα την υποστήριξή μου».
-Δέχεσαι μηνύματα τώρα από τους φίλους του Παναθηναϊκού; Και τι είναι αυτό που σου λένε κυρίως;
«Φυσικά! Δέχομαι μηνύματα στα social media και είναι πολύ όμορφο να ξέρεις ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να επιστρέψεις και να ηγηθείς της ομάδας τους προκειμένου να επιστρέψει σε στιγμές δόξας. Θα είναι μια ωραία ιστορία να έχουν έναν πρώην παίκτη ο οποίος ήρθε πίσω από την Αμερική έχοντας κερδίσει τόσους πολλούς τίτλους με την ομάδα, τον είχε αγκαλιάσει και τον είχε αγαπήσει η χώρα. Θα είναι μια ωραία ιστορία. Αν και εφόσον γίνει θέλω να είμαι 100% έτοιμος προκειμένου να ηγηθώ της ομάδας να επιστρέψει σε στιγμές δόξας. Δεν ξέρω πότε θα γίνει αλλά προς το παρόν θέλω κάθε μέρα να βελτιώνομαι. Έχω κανόνες και αρχές που θέλω να εφαρμόσω στην άμυνα, έχω συγκεκριμένη φιλοσοφία στην επίθεση από τότε που έπαιζα στον Παναθηναϊκό. Ακόμα έχω αυτά τα plays στο μυαλό μου. Τα όσα είχαμε κάνει, συγκεκριμένες καταστάσεις με τον Διαμαντίδη και θέλεις να δεις αν και εφόσον μπορούν παίκτες να τα αντιγράψουν…»
-Pick n Roll;
«(γέλια) Φυσικά! Αυτό είναι το παιχνίδι τώρα στο ΝΒΑ. Τέσσερις έξω, ενας μέσα ή πέντε παίκτες έξω. Απλώνονται στο γήπεδο και μένει η ρακέτα ακάλυπτη. Είναι πολλά πράγματα τα οποία μαθαίνω εδώ. Είναι διασκεδαστικό να βρίσκομαι στο υψηλότερο επίπεδο όπως είναι διασκεδαστικό να βρίσκομαι δίπλα στο παρκέ και παρακολουθώ τους πιο ταλαντούχους παίκτες στον κόσμο. Νιώθω ότι βρίσκομαι τώρα στον παράδεισο. Δεν το είχα φανταστεί ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα. Ότι θα είμαι προπονητής στο ΝΒΑ. Να βλέπω παίκτες όπως ο Κάρι, ο Λεμπρόν, ο Γιάννης, ο Μπούκερ, ο Μπιλ, ο Τέιτουμ… Κάθε βραδιά βλέπεις πολύ ταλέντο στο παρκέ. Υπάρχουν στιγμές που εστιάζω σε συγκεκριμένους παίκτες και όχι στην ομάδα μας. Είναι κάποιοι τόσο σπουδαίοι και θες να δεις πώς προετοιμάζονται. Το footwork, το σουτ. Μαθαίνεις ακόμα και από παιδιά που είναι πιο νέα από εσένα. Και αν δεν εμπνευστείς από αυτούς τους παίκτες, καλύτερα να μην κοουτσάρεις καθόλου. Οπότε κάθε βράδυ κοιτάζω να βελτιωθώ και ελπίζω κάποια μέρα να γίνω και πρώτος προπονητής. Θα είναι τιμή και μεγάλη εμπειρία για εμένα».
gazzetta.gr